Μαρίνα Κακάκη Παιδοψυχίατρος, Κέντρο ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Τα παιδιά και οι έφηβοι συχνά εκτίθενται σε τραυματικές εμπειρίες, όπως ατυχήματα (τροχαία ατυχήματα, ναυάγια κ.ά.), φυσικές καταστροφές (σεισμοί, πλημμύρες, πυρκαγιές, τυφώνες κ.ά.), απαγωγές, εγκληματικές επιθέσεις, αλλά και ιατρικές καταστάσεις, όπως είναι η νοσηλεία σε νοσοκομείο για σοβαρούς λόγους, χρόνια νοσήματα ή χειρουργικές επεμβάσεις. Επίσης, η έκθεση σε οικογενειακή και κοινοτική βία και η κακοποίηση (σωματική – σεξουαλική), όπως και η παραμέληση του παιδιού, μπορούν να δράσουν τραυματικά στον ευαίσθητο ψυχικό κόσμο των παιδιών και των εφήβων.
Είναι πλέον τεκμηριωμένο από διεθνείς και ελληνικές μελέτες ότι το στρες που προκαλείται σε περιπτώσεις που κάποιος βρίσκεται παγιδευμένος σε μια κατάσταση επικίνδυνη και απειλητική για τη σωματική ακεραιότητα και τη ζωή του ίδιου ή των δικών του χωρίς να μπορεί να βοηθήσει, είναι τόσο μεγάλο ώστε να μπορεί να επηρεάσει αρνητικά και καταλυτικά τη ζωή του. Πρόσφατα η χώρα μας έζησε τον εφιάλτη των πυρκαγιών και σίγουρα οι περισσότεροι αναρωτηθήκαμε για τις συνέπειές τους, στη ζωή και το μέλλον των παιδιών και των εφήβων στις πληγείσες περιοχές.
Τα τραυματικά γεγονότα προκαλούν έντονο φόβο, τρόμο, αίσθημα αβοηθησίας και σωματικές αντιδράσεις στο στρες, όπως ταχυκαρδία, τινάγματα από φόβο, στομαχικές διαταραχές, ζαλάδες κ.λπ. Οι συνέπειές τους δεν υποχωρούν με τη λήξη τους. Αντίθετα, τα τραυματικά γεγονότα αποτελούν βαθιά βιώματα που αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά και οι έφηβοι αντιλαμβάνονται το περιβάλλον τους. Τέτοια βιώματα μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα αισθήματα αβεβαιότητας ή να μην ελπίζουν και να μην έχουν προσδοκίες για το μέλλον τους. Παράλληλα, η εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και τον κόσμο γύρω τους διαταράσσεται σε σημαντικό βαθμό, όπως και το αίσθημα της ασφάλειας, της σιγουριάς, της διαπροσωπικής ζωής και της προσωπικής ακεραιότητας.
Διαταραχή μετά από τραυματικό στρες
Πολλά παιδιά μετά την έκθεσή τους σε τραυματικές εμπειρίες υποφέρουν από μια ομάδα συνεχιζόμενων και χαρακτηριστικών συμπτωμάτων, που είναι γνωστά ως διαταραχή μετά από τραυματικό στρες. Τα συμπτώματα συνήθως ξεκινούν μέσα στους τρεις πρώτους μήνες μετά το τραυματικό γεγονός, είναι όμως δυνατόν η εμφάνισή τους να καθυστερήσει για μήνες ή για χρόνια.
Η εκδήλωση των συμπτωμάτων είναι ανάλογη με το αναπτυξιακό επίπεδο του κάθε παιδιού.
Υπάρχουν τρία είδη χαρακτηριστικών συμπτωμάτων:
(1) Το παιδί «επαναβιώνει» το τραυματικό γεγονός με εικόνες, σκέψεις, όνειρα, εφιάλτες. Στα μικρά παιδιά συχνά παρατηρείται επαναλαμβανόμενο παιχνίδι με στοιχεία από το τραυματικό γεγονός.
(2) Το παιδί αποφεύγει επίμονα ανθρώπους, τόπους, δραστηριότητες και συζητήσεις που συνδέονται με το τραύμα. Δεν αντλεί πλέον ευχαρίστηση από προηγουμένως ευχάριστες δραστηριότητες και απομονώνεται κοινωνικά.
(3) Εμφανίζει συμπτώματα σωματικής διέγερσης και αντιδρά σε οποιοδήποτε ερέθισμα σαν να υπάρχει ακόμα κίνδυνος. Το παιδί λοιπόν βρίσκεται σε μία μόνιμη κατάσταση εγρήγορσης, τινάζεται με το παραμικρό, θυμώνει συχνά, δυσκολεύεται να αποκοιμηθεί ή να συνεχίσει τον ύπνο του, έχει δυσκολία συγκέντρωσης και προσοχής, η οποία παρεμποδίζει τη λειτουργικότητά του στο σχολείο, προκαλώντας πτώση στη σχολική του επίδοση.
Τα βρέφη, τα νήπια και τα παιδιά προσχολικής ηλικίας εκδηλώνουν γενικευμένα αγχώδη συμπτώματα (άγχος αποχωρισμού, άγχος για ξένα πρόσωπα, φοβίες για τέρατα ή ζώα), αποφυγή καταστάσεων που έχουν μία φανερή σύνδεση με το τραυματικό γεγονός, διαταραχές ύπνου (εφιάλτες, αφυπνίσεις), εμφάνιση νέων φόβων και επιθετική συμπεριφορά.
Γενικά καθώς τα παιδιά ωριμάζουν, είναι πιο πιθανό να εκδηλώνουν συμπτώματα όμοια με εκείνα των ενηλίκων. Έτσι, οι έφηβοι με διαταραχή μετά από τραυματικό στρες έχουν συμπτώματα επαναβίωσης, όπως παρεισφρητικές σκέψεις και εφιάλτες, αποφυγή συζήτησης για το τραυματικό γεγονός και μέρη ή ανθρώπους που συνδέονται ψυχολογικά με αυτό, αμνησία για ένα σημαντικό κομμάτι του τραύματος, απόσυρση από φίλους ή συνήθεις δραστηριότητες, αίσθημα αποξένωσης από τους άλλους και αίσθημα σμίκρυνσης του μέλλοντος, υπερδιέγερση όπως δυσχέρεια επέλευσης του ύπνου, υπερεπαγρύπνηση και αυξημένη αντίδραση ξαφνιάσματος. Οι έφηβοι με χρόνια διαταραχή έπειτα από τραυματικό στρες, οι οποίοι έχουν βιώσει παρατεταμένα ή επαναλαμβανόμενα τραυματικά γεγονότα, μπορεί να εκδηλώσουν φαινόμενα διάσχισης, όπως αποπραγματοποίηση, αποπροσωποίηση, αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, χρήση αλκοόλ και ουσιών, περιοδικές εκρήξεις θυμού, επιθετική και βίαιη συμπεριφορά.
Η εκδήλωση της διαταραχής έπειτα από τραυματικό στρες μαζί με άλλη νόσο είναι συχνή και οι επιπρόσθετες διαγνώσεις τίθενται εφόσον το παιδί πληρεί τα κριτήρια και για κάποια άλλη διαταραχή. Πολλές μελέτες έχουν αναφέρει «συνοσηρότητα» με καταθλιπτικές διαταραχές, με άλλες αγχώδεις διαταραχές (γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, αγοραφοβία, άγχος αποχωρισμού), με χρήση ουσιών και αλκοόλ, διαταραχή ελλειματικής προσοχής και υπερκινητικότητας, διαταραχή διαγωγής και εναντιωματική προκλητική διαταραχή.
Στην Ελλάδα πολλά παιδιά τραυματίζονται ψυχολογικά κυρίως από τροχαία ατυχήματα και διάφορες μορφές κακοποίησης στην οικογένεια και στο σχολείο. Τα παιδιά αυτά όμως δεν λαμβάνουν την απαραίτητη ψυχολογική υποστήριξη που χρειάζονται, αφού προσκολλώνται παθητικά γεμάτα φόβο στους γονείς τους και το ψυχικό τους τραύμα δεν αναγνωρίζεται. Να σημειωθεί εδώ ότι, ενώ μερικά παιδιά αισθάνονται πίεση να μιλήσουν για το τραύμα τους, παραδόξως το βρίσκουν δύσκολο να μιλήσουν με τους γονείς ή τους συνομηλίκους τους, επειδή συχνά δεν θέλουν να αναστατώσουν τους ενηλίκους, παράλληλα όμως δεν θέλουν να νιώθουν διαφορετικά από τους συνομηλίκους τους.
Τα παιδιά επιβαρύνονται επιπλέον από την επίδραση του τραύματος στους γονείς τους που οδηγεί συχνά σε ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, την επίδραση ενδεχομένως στους δασκάλους και καθηγητές τους, τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που ακολουθούν την κρίση της κοινωνικής δομής, την ανεργία κ.ά.
Ανάγκη παροχής βοήθειας
Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι στα παιδιά αυτά πρέπει να παρασχεθεί βοήθεια. Κρίνονται απαραίτητες η άμεση διερεύνηση του τραυματικού γεγονότος και η επίδρασή του στο παιδί. Η γνωστή ισχυρή επιθυμία των ενηλίκων «μην ξύνεις πληγές» ή «τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν και θα ξεχάσουν» δεν βοηθά το παιδί με τη μετατραυματική διαταραχή. Αντίθετα, το εκθέτει στον κίνδυνο εμφάνισης των μακροχρόνιων επιπτώσεων της διαταραχής τόσο σε ψυχικό επίπεδο (κατάθλιψη, χρήση ουσιών και αλκοόλ, παραβατική συμπεριφορά), όσο και σε σωματικό (ενδοκρινικές διαταραχές, δερματολογικά, καρδιαγγειακά, γαστρεντερικά προβλήματα).
Η θεραπεία παιδιών και εφήβων που υποφέρουν από διαταραχή έπειτα από τραυματικό στρες είναι πολυδιάστατη και περιλαμβάνει: ψυχοεκπαίδευση, ατομική θεραπεία, οικογενειακή θεραπεία, ομαδική θεραπεία και φαρμακοθεραπεία.
Η θεραπευτική παρέμβαση στοχεύει στο να παρέχει ένα πλαίσιο στο παιδί μέσα στο οποίο θα κατανοήσει και θα αντιμετωπίσει τα συμπτώματά του ώστε να αφήσει πίσω του το ψυχικό τραύμα και να συνεχίσει δημιουργικά τη ζωή του.