Νάντια Βολοσυράκη, Ψυχολόγος, Κέντρο ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Μια ερώτηση που κάνουν σχεδόν όλοι οι γονείς: <<Πότε θα πρέπει να αρχίσει η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση;>>. Αυτή η ερώτηση θέτει αυτόματα ένα ακόμα ερώτημα: <<Γιατί θα πρέπει η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση να διαφοροποιείται από την υπόλοιπη εκπαίδευση και αγωγή του παιδιού;>>.
Το πώς θα αντιμετωπίσει, το παιδί και ο έφηβος, τα διάφορα θέματα γύρω από το σεξ και το πώς θα ρυθμίσει την σεξουαλική του συμπεριφορά, καθώς πλησιάζει στην σεξουαλική ωριμότητα, θα εξαρτηθεί και από τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση που του έχει γίνει κατά τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας.
Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση δεν αναφέρεται μόνο στα θέματα σεξουαλικών σχέσεων, αλλά και σε θέματα ευρύτερα, όπως είναι η σεξουαλική ηθική, οι υποχρεώσεις που έχουν οι άνθρωποι μεταξύ τους, καθώς και τα ιδανικά και οι αξίες, όπως ο αμοιβαίος σεβασμός, η υπευθυνότητα και η αγάπη. Πρόκειται δηλαδή, για ένα πάρα πολύ σημαντικό ζήτημα.
Όταν λέμε ότι τα παιδιά έχουν προβλήματα γύρω από το σεξ στην σχολική ηλικία, αυτό που συνήθως συμβαίνει είναι ότι το παιδί παρουσιάζει <<προβλήματα>> μάλλον σεξουαλικής περιέργειας και σεξουαλικής άγνοιας. Τα παιδιά από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής, νιώθουν ευχαρίστηση να δείχνουν το σώμα τους και να βλέπουν το σώμα των άλλων. Οι ερωτήσεις γύρω από τα θέματα του σεξ, που εξακοντίζουν τα παιδιά στους ανυποψίαστους γονείς, είναι κατά κανόνα διερευνητικής φύσεως. Τα παιχνίδια υπόδυσης ρόλων του φύλου, το ψηλάφισμα των γεννητικών οργάνων, το ενδιαφέρον για το πώς, από πού και πότε έρχεται ένα παιδί στον κόσμο, είναι θέματα κοινά και απασχολούν από νωρίς όλα τα παιδιά. Αποτελούν μέρος της φυσιολογικής ανάπτυξης και στοιχείο μιας ευπρόσδεκτης περιέργειας, για να γνωρίσει το παιδί τον κόσμο στον οποίο ζει και δρα.
Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση πρέπει να γίνεται με τους απλούστερους όρους και με τα πιο λιτά – σταράτα – λόγια. Υποστηρίζεται ότι η καταλληλότερη στιγμή για να εξηγήσουμε στο παιδί το θέμα της σεξουαλικής επαφής ή της αναπαραγωγής, είναι όταν το ίδιο θα μας ρωτήσει.
Αλλά, τι γίνεται αν το παιδί δεν μας ρωτήσει ποτέ; Η σιγή αυτή του παιδιού ίσως μας δείχνει ότι η περιέργεια του παιδιού έχει μπλοκαριστεί-καταπνιγεί μέσα του. Και φυσικά, θα ήταν παράλογο να το περιμένουμε για πάντα.
Ένας γάμος, μια εγκυμοσύνη, μια γέννηση ενός παιδιού στο ευρύτερο οικογενειακό – φιλικό περιβάλλον, είναι όλα αρκετά φυσικά γεγονότα, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αρχή για ευκαιριακές συζητήσεις με το παιδί. Ακόμη και η τηλεόραση θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πολύ ωραίο έναυσμα που θα φέρει την οικογένεια κοντά στο να συζητήσουν.
Μπορούν να χρησιμοποιηθούν εικόνες, σκίτσα του σώματος, ακόμα και φωτογραφίες μεταξύ των μελών της οικογένειας. Ειδικότερα, αποτελεί μία πολύ καλή ευκαιρία για τον γονέα του ιδίου φύλου με το παιδί να συζητήσει γύρω από όλα αυτά τα θέματα που απασχολούν το παιδί, εγκαθιδρύοντας μία σχέση εμπιστοσύνης. Αν το παιδί δυσκολεύεται να ανοιχτεί στη συζήτηση, το ποιο πιθανό είναι να υπάρχει κάτι στη στάση των ίδιων των γονέων του, που το εμποδίζει να συζητήσει το θέμα ελεύθερα. Το αποτέλεσμα θα είναι να αναζητήσει το παιδί κάποια άλλη πηγή άντλησης πληροφοριών προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του στις σεξουαλικές αναζητήσεις. Αν το παιδί διαπιστώσει ότι οι γονείς του μπορούν να μιλάνε ελεύθερα, γίνεται λιγότερο διστακτικό, και μπορεί να εκφράσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του αβίαστα.
Ας έχουμε υπόψη μας πως τα παιδιά έχουν την ανάγκη να ανακαλύψουν το σώμα τους, και μέσα από αυτό, τον εαυτό τους. Το γεγονός αυτό προκαλεί στους γονείς, εντελώς αδικαιολόγητα, μεγάλη ανησυχία. Οι γονείς που ανησυχούν υπερβολικά, εκτός του ότι δημιουργούν πρόβλημα στο εαυτό τους, ίσως δημιουργήσουν πρόβλημα και στο ίδιο το παιδί, ενώ δεν υπάρχει κανένας, μα κανένας, λόγος να συμβεί κάτι τέτοιο. Θυμηθείτε μόνο να εξηγείτε στο παιδί πως η αυτοερωτική συμπεριφορά είναι κάτι που έχει την απόλυτη ελευθερία να το κάνει, αρκεί να γίνεται πάντα στον προσωπικό χώρο του κάθε παιδιού.
Ο Haim Ginott, άναφέρει: <<Η σωστή λύση είναι να περιβάλλουμε το νήπιο με τη στοργή μας, και αν πρόκειται για μεγαλύτερο παιδί, με την αγάπη και το ενδιαφέρον μας για τον έξω κόσμο έτσι ώστε ο αυτοερωτισμός να μην αποτελεί τον μόνο τρόπο ικανοποίησής του>>.
Όσο πλήρης και αν είναι η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση στο σπίτι ή το σχολείο, είτε αυτή γίνεται επίσημα είτε ευκαιριακά, το πιο σημαντικό στοιχείο, υπό την ευρεία έννοια, είναι το παράδειγμα που παίρνουν τα παιδιά από τη ζωή των γονέων τους. Τα παιδιά μπορούν να μάθουν, μέσα από την ζωή τους στην οικογένεια, ότι η αγάπη και ο έρωτας βασίζονται στο σεβασμό για τους άλλους.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε, πως κάθε φορά που ο γονέας νιώθει ταραχή ή ντροπή μπροστά στις ερωτήσεις του παιδιού, του μεταφέρει περισσότερα με τον τρόπο που απαντά (τη διστακτικότητα στην ομιλία, τους ευφημισμούς και τις περιφράσεις), παρά με το περιεχόμενο της απάντησης. Και έτσι αυτό που μεταδίδεται στο παιδί είναι ότι υπάρχει κάτι παράξενο και κακό γύρω από το σεξ, το παιδί αισθάνεται ότι υπάρχει κάποια απόκρυφη έννοια στην ερώτηση του ή στην απάντηση που παίρνει.
Ο γονέας σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να αποφεύγει να είναι περιπαικτικός, τιμωρητικός, βιαστικός ή να δείχνει αμήχανος. Τα παιδιά αντιλαμβάνονται, με καταπληκτική ακρίβεια, τις λεπτές και υπονοούμενες αποχρώσεις και σημασίες που συνυπάρχουν στις προσποιητές, αφελείς και αδέξιες, λόγω έντονης αμηχανίας, απαντήσεις των ενηλίκων. Το παιδί παρατηρεί ότι δεν υπάρχει καμία παράξενη αντίδραση όταν αναφέρεται σε ‘φυσιολογικές’ λέξεις. Αντίθετα παρατηρεί ότι το ίδιο ακροατήριο εκπλήσσεται όταν κάνεις ερωτήσεις γύρω από το σεξ. Επίσης, παρατηρεί ότι, κάνοντας τέτοιου είδους ερωτήσεις, προκαλεί θυμό ή ιλαρότητα στους γύρω του. Οι δυσκολίες ξεκινούν από τη στιγμή που το σεξ συζητιέται ως κάτι ξεχωριστό, κάτι για το οποίο μιλάμε σχεδόν πάντοτε χαμηλόφωνα.
Ο γονέας παρέχει σεξουαλική αγωγή ακόμη και με την απλή παρουσία του. Σημασία δεν έχει το τι λένε οι γονείς, αλλά το τι κάνουν. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην απαντάμε στις ερωτήσεις των παιδιών με απόλυτη ειλικρίνεια, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μία σχέση εμπιστοσύνης σε θέματα σεξουαλικής αγωγής. Το παιδί οφείλει να μάθει όλη την αλήθεια. Ο γονέας δεν θα πρέπει να φοβάται να την αποκαλύψει, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο συναίσθημα που αναδύεται μέσα από τις σεξουαλικές σχέσεις και εστιάζοντας στην σχέση των ίδιων των γονέων, που δεν μπορεί παρά να αποτελεί για το παιδί το ωραιότερο παράδειγμα στις ‘επίμονες’ ερωτήσεις του, κατανοώντας πως το ίδιο αποτελεί την συνέχεια της αγάπης των δύο του γονέων, καλλιεργώντας παρόμοιο πρότυπο και για το ίδιο. Οι απαντήσεις που θα δώσουμε δεν πρέπει να είναι ολόκληρη διάλεξη στην ανθρωπολογία, στη σεξολογία ή στη μαιευτική. Πρέπει να είναι σύντομες, π.χ. με μία οι δύο προτάσεις.
Προετοιμαστείτε λοιπόν για να καλύψετε την φυσιολογική περιέργεια των μικρών μας φίλων.