Το αν θα εμφανίσει ένα παιδί μαθησιακές δυσκολίες κατά την ένταξή του στο Σχολείο, τις πιο πολλές φορές μπορεί να εντοπιστεί πολύ νωρίτερα, κατά την φοίτησή του στο Νηπιαγωγείο, ή και ακόμη νωρίτερα. Ως μαθησιακή δυσκολία δεν ορίζεται φυσικά μόνον η λέξη μόδα του καιρού μας η «δυσλεξία». Μαθησιακές δυσκολίες μπορούν να εντοπιστούν από μία αναπτυξιακή διαταραχή, από δυσκολίες συγκέντρωσης της προσοχής και υπερκινητικότητας, από κάποια ακόμη και ήπια νοητική οριακότητα, από απλή δυσκολία στην άρθρωση του λόγου (δυσλαλία), από απλή δυσκολία στην αρίθμηση (δυσαριθμησία), την ορθογραφία (δυσορθογραφία), την ανάγνωση (δυσαναγνωσία), την γραφή (δυσγραφία), την κινητική οργάνωση (αδεξιότητα) κλπ.
Για τον λόγο αυτό οι γονείς και οι Νηπιαγωγοί θα πρέπει να είναι πάρα πολύ προσεκτικοί όσον αφορά την εξέλιξη του παιδιού τους. Θα πρέπει να παρακολουθούν συνεχώς την πορεία του παιδιού τους και να συμβουλεύονται τον Παιδίατρό τους ή κάποιον άλλον ειδικό για όποιες -ακόμη και ήπιες- αποκλίσεις εντοπίζουν στην εξέλιξη του παιδιού.
Ο ρόλος της Νηπιαγωγού είναι πολύ καίριος στο να εντοπίσει και να ενημερώσει τους γονείς για όποιες δυσκολίες διαπιστώνει ότι αντιμετωπίζει το παιδί και που πιστεύει ότι θα το δυσκολέψουν κατά την φοίτησή του στην Α’ Τάξη του Δημοτικού. Τέτοια σημεία κλειδιά για τον κίνδυνο εμφάνισης μαθησιακών δυσκολιών που πρέπει να εντοπίσει η Νηπιαγωγός ή η οικογένεια αναπτύσσονται στην επόμενη σελίδα.
Μόλις εντοπιστούν έστω και 2 από τις δυσκολίες που ακολουθούν στο παιδί, επιβάλλεται να αξιολογηθεί από κάποιον ειδικό, ώστε να διαπιστωθεί το ακριβές μέγεθος αυτών των δυσκολιών του παιδιού. Θα πρέπει να αποσαφηνιστούν οι αιτίες από τις οποίες πηγάζουν αυτές οι δυσκολίες (διάγνωση) και να αξιολογηθεί εάν θα πρέπει να εφαρμοστεί εξειδικευμένη ενισχυτική παρέμβαση ή όχι. Η αξιολόγηση γίνεται με την χρήση συγκεκριμένων τεστ Σχολικής Ωριμότητας. Επιπρόσθετα θα πρέπει να μελετηθεί το εάν θα κρινόταν σκόπιμο το παιδί να επαναλάβει το Νηπιαγωγείο για την καλύτερη προετοιμασία του ώστε να είναι ψυχοσυναισθηματικά και γνωστικά ωριμότερο για να γίνει ένταξή του στο Σχολείο ομαλά και χωρίς μεγάλες δυσκολίες.
Αυτοί οι Σύμβουλοι θα πρέπει φυσικά να είναι εξειδικευμένοι στα αναπτυξιακά θέματα και περιλαμβάνονται ειδικότητες τόσο Ιατρικές (Παιδοψυχίατρος, Αναπτυξιολόγος, Παιδονευρολόγος, Ωτορινολαρυγγολόγος κλπ) όσο και ειδικής παρέμβασης όπως Παιδοψυχολόγος, Ειδικός Παιδαγωγός, Εργοθεραπευτής, Λογοπεδικός κλπ.
Πρέπει να τονιστεί η ανάγκη της έγκαιρης παρέμβασης (εάν αυτή κριθεί απαραίτητη) αμέσως μόλις εντοπιστούν αυτές οι δυσκολίες. Με τον τρόπο αυτό οι περισσότερες από τις δυσκολίες μπορούν να αντιμετωπιστούν ευκολότερα στην πρώτη τους εμφάνιση. Εάν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα, οι δυσκολίες αυτές κινδυνεύουν να παγιωθούν στον εύπλαστο εγκέφαλο του παιδιού και να αποτελέσουν αίτια εμφάνισης μαθησιακής δυσκολίας αργότερα στο Σχολείο με πολύ επώδυνες συνέπειες τόσο στην ομαλή σχολική απόδοση του παιδιού (με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποδώσει με βάση τους μέσους όρους της τάξης του),όσο φυσικά και στην ομαλή εξέλιξη του ψυχισμού του (αρνητισμός και αίσθημα απόρριψης επειδή αντιλαμβάνεται τις δυσκολίες του σε σχέση με τους συμμαθητές του).
Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι η άποψη που πολλοί γονείς εκφράζουν ότι το παιδί «βαριέται» ή «είναι ακόμη μικρό» ή ότι «στο Σχολείο θα αλλάξει» είναι δυστυχώς λανθασμένη τρις περισσότερες φορές και όταν αυτό συνειδητοποιείται έχει ήδη χαθεί πολύτιμος χρόνος με άσχημες επιπτώσεις σε όλη την ομαλή εξέλιξη του παιδιού.