ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΡΩΑΔΑ ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΟΣ
Κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, η μητέρα και ακολούθως ο πατέρας φαντασιώνουν το υγιές μωρό τους, ονειρεύονται τη νέα τους ζωή, σχεδιάζουν το μέλλον. Ολοκληρώνονται και ζουν την απόλυτη ευτυχία μετά τον τοκετό.Η ικανοποίηση που τους κατακλύζει τους πρώτους μήνες ή περίπου τα 2 πρώτα χρόνια (αυτό το χρονικό διάστημα μεταβάλλεται ανάλογα με το πότε αρχίζουν να γίνονται ορατές οι πρώτες ανησυχίες για την ΨΚ ανάπτυξη του παιδιού) αρχίζει να αντικαθίσταται με την ανησυχία, την αγωνία, τον φόβο, την απογοήτευση, το πένθος για το φυσιολογικό παιδί που φαντάστηκαν και δεν έχουν.
Τα συναισθήματα που αρχίζουν να νοιώθουν οι γονείς διαφέρουν ανάλογα με
-την βαρύτητα της εικόνας του παιδιού, το βαθμό της αναπτυξιακής απόκλισης (περισσότερο ή λιγότερο επικοινωνιακό, απουσία ή όχι έναρξης του λόγου).
-την ύπαρξη ή όχι άλλων αναπτυξιακά φυσιολογικών παιδιών (αυτόματη σύγκριση).
-την ποιότητα του ενστίκτου των γονέων (και λιγότερο το μορφωτικό τους επίπεδο) και την ωριμότητα της προσωπικότητάς τους.
Πρώτοι συνήθως ανησυχούν οι γονείς για την εξέλιξη του παιδιού, όταν αυτό δεν ολοκληρώνει κάποιο εξελικτικό στάδιο στην αναμενόμενη ηλικία ή όταν η κοινωνική του συμπεριφορά είναι εμφανώς ασυνήθιστη.
Επίσης ο διαμορφωμένος χαρακτήρας των γονέων παίζει ρόλο, στο κατά πόσο επιρρεπείς είναι στο στρες και πως αυτό το διαχειρίζονται.
-την ύπαρξη ή όχι μιας καλής αναπτυξιακής πορείας (ίσως και γρήγορης), η οποία εξασθενεί σταδιακά και το παιδί χάνει κατακτημένα εδάφη.
-την ύπαρξη ή όχι ιδιαίτερων «ιδιοφυών» χαρακτηριστικών στο παιδί.
-την ύπαρξη ή όχι ενός σημαντικού γεγονότος για το οποίο οι γονείς ενοχοποιούνται, επειδή το συνδέουν με την έναρξη της εικόνας της παλινδρόμησης του παιδιού (γέννηση 2ου παιδιού, απουσία μητέρας για κάποιο διάστημα, εισαγωγή στο Νοσοκομείο – εγχείρηση).
-την ανικανότητα του παιδιού να ομαδοποιηθεί – κοινωνικοποιηθεί κατά την ένταξη του σε σχολικό πλαίσιο (ομάδα παιδιών).
-την έλλειψη γνώσης των δομών που παρέχονται για βοήθεια.
-την ποιότητα των συζυγικών σχέσεων και την ύπαρξη κοινωνικής στήριξης.
Η αποτελεσματική συμβουλευτική υποστηρικτική διαδικασία προς τους γονείς απαιτεί ικανότητα από τον ειδικό. Δηλαδή :
-Ικανότητα να επικοινωνεί και να είναι καλός ακροατής.
-Διεξοδική γνώση των διαταραχών.
-Ικανότητα να παραδέχεται ότι δεν μπορεί να απαντήσει σε ορισμένα ερωτήματα και να συμβουλεύεται ή να συνεργάζεται με άλλους ειδικούς.
-Συναισθηματική προβλητική ταύτιση (empathy) και σεβασμός για τις απόψεις των γονέων όσο και αν αυτές αποπροσανατολίζουν από τον στόχο.
Οι γονείς ΠΑΝΤΑ γνωρίζουν το παιδί τους καλύτερα απ’ όλους και είναι αυτοί που θα μας βοηθήσουν στο μέλλον για την οργάνωση της βοήθειας προς το παιδί.
-δημιουργία σχέσης γονέων και ειδικού, όπου οι ρόλοι είναι σαφώς καθορισμένοι, καθώς και οι ευθύνες-ευελιξία στις ανάγκες και στις επιθυμίες της κάθε οικογένειας
-ικανότητα να παρεμβαίνει κανείς όσο το δυνατόν λιγότερο
-συνεχής αξιολόγηση των στόχων και της παρέμβασης
-ικανότητα να δέχεται και να διαχειρίζεται τα αρνητικά συναισθήματα που οι γονείς ασυνείδητα προβάλλουν στον ειδικό (θυμό, αγανάκτηση, ακύρωση ή και θλίψη – πόνο, απογοήτευση, απόρριψη του παιδιού, φόβο για το μέλλον, εσωτερικές οικογενειακές διαμάχες…).
Με οδηγό όλα τα ανωτέρω, αρχικά ακούμε τους γονείς, τους δίνουμε χρόνο να περιγράψουν το παιδί τους, αυτά που νοιώθουν και βιώνουν. Συμπληρώνουμε ένα αναλυτικό ιστορικό του παιδιού και προσπαθούμε να καταλάβουμε και να διερευνήσουμε τις σκέφτονται και τι υποψιάζονται και τι προσδοκούν. Τους δίνουμε αναλυτικές πληροφορίες για την εικόνα του παιδιού, για τις δυσκολίες του και τα προβλήματά του.
Ολοκληρώνοντας, κατατάσσουμε όλα αυτά στο πεδίο της διάγνωσης. Οι γονείς ξέρουν ότι ο γιατρός οφείλει να μιλήσει ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΑ. Στο σημείο αυτό ανοίγονται πολλοί δρόμοι προς πολλές κατευθύνσεις :
Εξηγούμε την διάγνωση, λύνουμε απορία, μιλάμε για αιτίες και πρόγνωση, αναλύουμε τις θεραπευτικές – εκπαιδευτικές μεθόδους που υπάρχουν και τις αντίστοιχες δομές. Αφήνουμε διεξόδους, όταν το παιδί είναι πολύ μικρό και δεν βιαζόμαστε να μιλήσουμε για το μέλλον όταν δεν έχουμε τα επαρκή στοιχεία (καλή γνώση των δεξιοτήτων του παιδιού, ηλικία).
Όλα αυτά γίνονται με απόλυτη ειλικρίνεια και κατανόηση συνάμα. Πρώτοι οι γονείς δικαιούνται να γνωρίζουν τις προοπτικές ανάπτυξης του παιδιού τους και το πρόβλημα του. Οι ειλικρινείς απαντήσεις δίνονται με πολλούς τρόπους.
Εν ονόματι της ειλικρίνειας δεν πρέπει να ξεχνάμε την κατανόηση των συναισθημάτων των γονέων. Υπάρχει ειλικρινής λόγος που διώχνει τους γονείς και άλλος που τους κάνει συμμάχους μας. Ακόμη και οι γονείς που θα προβάλλουν στον ειδικό το θυμό τους, θα τον ακυρώσουν και θα στραφούν αλλού για να πάρουν τις απαντήσεις που θα ήθελαν, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα θα επανεξετάσουν τα δεδομένα – θα εκτιμήσουν την ειλικρίνεια και το empathy του ειδικού και πολλοί θα επιστρέψουν.
Τα επόμενα βήματα του ειδικού περιλαμβάνουν τη συνεχή και τακτική συμβουλευτική και υποστηρικτική βοήθεια προς τους γονείς, έτσι ώστε να βιώσουν και να επεξεργαστούν τα στάδια που περνούν :
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΣΑΝ ΟΔΗΓΟΣ ΣΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ. ΔΕΝ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΝΑ ΤΑΙΡΙΑΖΟΥΝ ΑΚΡΙΒΩΣ, ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΔΕΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΜΕΙΟΝΕΞΙΑΣ ΜΕ ΜΙΑ ΑΚΑΜΠΤΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΞΕΚΑΘΑΡΩΝ ΣΤΑΔΙΩΝ.
Σοκ άρνησης – θυμού – αντίδρασης κατάθλιψης – πόνου – αποδοχής – προσαρμογής – οργάνωση της εκπαίδευσης – προσανατολισμός
Οι πληροφορίες που δίνονται προς τους γονείς, είναι χρήσιμο να είναι τέτοιες ώστε να εκτιμάται κάθε φορά η διαφορετικότητα της κάθε οικογένειας – του κάθε παιδιού και να μην υποσκάπτεται η αυτοεκτίμηση των γονέων και η εμπιστοσύνη που νοιώθουν για τον εαυτό τους. Να είναι ακριβείς και αξιόπιστες.
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ :
Η ύπαρξη παιδιού με διαταραχή προκαλεί στους γονείς πολλά και διαφορετικά συναισθήματα, που είναι πολύ έντονα, συγκεχυμένα και αντικρουόμενα. Αλλά κι οι ειδικοί, για να μπορέσουν να βοηθήσουν γονείς και παιδί, πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι συχνά και οι ίδιοι έχουν έντονα συναισθήματα απέναντι στο παιδί, στους γονείς και στον τρόπο που οι γονείς αντιμετωπίζουν την κατάσταση (Αντιμεταβίβαση).
Οι απόψεις ότι οι γονείς αισθάνονται ένοχοι και ότι απορρίπτουν ή υπερπροστατεύουν το παιδί δεν είναι πάντα αληθινές. Ας μην έχουμε στο μυαλό μας συγκεκριμένα πρότυπα συναισθηματικών αντιδράσεων για τους γονείς ή το παιδί. Ας εξετάζουμε αυτούς που έχουμε μπροστά μας πάντα από την αρχή, απλά γνωρίζοντας τις πιθανότητες.
Άλλοι γονείς συνέρχονται τελείως από τη θλίψη («δεν θα είμαι πια θύμα των προσδοκιών μου»), άλλοι βιώνουν μια «χρόνια θλίψη» και άλλοι βιώνουν «σκαμπανεβάσματα» και η θλίψη συμπίπτει με τις εποχές που τα παιδιά τους θα μπορούσαν να είχαν ολοκληρώσει σημαντικά στάδια εξέλιξης και να ήταν ανεξάρτητα.Οι πρώιμες συναισθηματικές πιέσεις και αντιδράσεις των γονέων δεν πρέπει να θεωρούνται παθολογικές.
Είναι μέρος της διεργασίας της προσαρμογής στην τραυματική αλλαγή. Έχουν κατηγοριοποιηθεί ως εξής :
Βιολογικές αντιδράσεις (κοινές στους περισσότερους. Αφορούν την προστασία του ανυπεράσπιστου βρέφους – παιδιού και αποστροφή προς την ανωμαλία.Αμφιβολίες για την αναπαραγωγική τους ικανότητα, και για την ικανότητά τους να αναθρέψουν ένα τέτοίο παιδί.
Πένθος (και ότι αυτό συνεπάγεται).Αισθάνονται σε πολύ δύσκολη θέση, ιδιαίτερα όταν εξηγούν στους άλλους ή όταν βρίσκονται σε δημόσιους χώρους με το παιδί.
Ενοχές, γιατί εκφράζουν αρνητικά συναισθήματα στο παιδί (απόρριψη, θυμό, αγανάκτηση), γιατί αισθάνονται υπεύθυνοι για τις δυσκολίες του, γιατί νοιώθουν ανίκανοι να αντιμετωπίσουν την όλη κατάσταση.
Συναισθήματα φόβου, που προέρχονται από την αβεβαιότητα για το μέλλον ή και από την αγάπη που του έχουν. Φοβούνται ότι θα το χάσουν.
Τελικά οι περισσότεροι γονείς αποδέχονται και αγαπούν το παιδί τους. Δεν ξέρουμε ΑΚΡΙΒΩΣ πως γίνεται. Ίσως η διεργασία αυτή επηρεάζεται απ’ τα χαρακτηριστικά του παιδιού, τις προσδοκίες των γονέων και πως τις υλοποιούν, τη γενική τους φιλοσοφία και πως ερμηνεύουν τη μειονεξία, τι σχέσεις των γονέων, τον τρόπο ζωής τους, την κοινωνική υποστήριξη.
Η ευαίσθητη προσέγγιση του ειδικού, βοηθά ορισμένους γονείς να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες και να αντλούν ικανοποίηση απ’ τα θετικά στοιχεία του παιδιού που μπορούν να δουν.