Αλεξάνδρου Στράτος. Δ/ντής Κέντρου «ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ»
Σε αυτό το άρθρο θα διαπραγματευτούμε τους μηχανισμούς ανάπτυξης της κατευθυντικότητας, της χωρικής συνειδητοποίησης, του σχεδιασμού, του κινητικού προγραμματισμού και της οπτικής αντίληψης που είναι απαραίτητα συστατικά στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων γραφής. Όπως θα δούμε, οι δυσκολίες στην γραπτή επίδοση, δεν οφείλονται μόνο στην λεπτή κίνηση. Ας αρχίσουμε όμως από τα πιο απλά:
Καθώς το παιδί αρχίζει να αναπτύσσει τις δεξιότητες προγραφής και γραφής, εξελίσσει πολύπλοκους γνωστικούς και κινητικούς μηχανισμούς που όσο και αν φαίνονται απλοί και αυτόματοι, στην ουσία δεν είναι έτσι. Από πολύ μικρή ηλικία, βοηθάμε τα παιδιά μας να αναπτύξουν τις λεπτές κινητικές ικανότητες τους με δραστηριότητες που απαιτούν τη χρήση των βραχιόνων, των καρπών, της άκρας χείρας και των δάχτυλων τους για να τα προετοιμάσουμε να γράψουν. Η γραφή όμως δεν απαιτεί μόνο ένα καλό και επιδέξιο χέρι. Είναι ένας τεράστιος μύθος ότι η γραφή απαιτεί μόνο λεπτή κινητική επιδεξιότητα. Περιλαμβάνει πολύ περισσότερους μηχανισμούς από μόνο την εμπλοκή του χεριού. Έχετε γνωρίσει παιδιά που γράφουν με καλό κινητικό μοντέλο αλλά κάνουν καθρεπτισμούς στα γράμματα και τους αριθμούς; Έχετε γνωρίσει επίσης παιδιά που γράφουν με καλό κινητικό μοντέλο αλλά που κάνουν αντιστροφές συλλαβών (έτσι-έστι); Που δεν οργανώνουν καλά το γραπτό τους στο χώρο του τετραδίου; Που γράφουν με ανάποδη φορά; Που κολλάνε τις λέξεις ή που τις διαχωρίζουν λάθος (πχ πήγαστοσχολείο ή πή γαστο σχο λείο); Όταν λοιπόν κοιτάζουμε τις δυσκολίες στη γραπτή επίδοση ενός παιδιού, θα πρέπει να διερωτηθούμε για όλους τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στη γραφή όπως:
-το συντονισμό χεριού-ματιού (οπτικοκινητικός συντονισμός)
-τη λειτουργία των ματιών (πιθανές δυσκολίες στην οπτική οξύτητα όπως αστιγματισμός, υπερμετρωπία, μυωπία κλπ)
-τον κινητικό σχεδιασμό και προγραμματισμό
-την οπτική αντίληψη
-το χωρικό προσανατολισμό
-το μυϊκό τόνο και τη στάση του σώματος.
Σε ένα παιδί που δυσκολεύεται στη γραφή – στην καλύτερη περίπτωση απλά και στη χειρότερη σημαντικά (έχει δυσγραφία)- οι δυσκολίες πιθανά επηρεάζουν τόσο τους μηχανισμούς οπτικοχωρικής δεξιότητας όσο και τη λεπτή κίνηση και την οπτικοκίνηση. Οι συχνότερες δυσκολίες στους μηχανισμούς οπτικοχωρικής δεξιότητας στη γραπτή επίδοση είναι οι εξής:
-Γράφει γράμματα κάνοντας καθρεπτισμούς
-Μπερδεύει γράμματα (πχ α-ο)
-Αντιστρέφει συλλαβές
-Κολλάει τις λέξεις ή από την άλλη τις διαχωρίζει λάθος
-Δεν ξέρει πώς να βάλει κατάλληλα τα γράμματα στο χώρο της σελίδας
-Δεν μπορεί να γράψει σε μια ευθεία γραμμή ή σε στήλες
-Δυσκολεύεται να κρατήσει καθ’ υπαγόρευσιν σημειώσεις
-Δυσκολεύεται στην αντιγραφή από τον πίνακα
-Δυσκολεύεται στο σχηματισμό των γραμμάτων
-Εμφανίζει σφιχτή η χαλαρή σύλληψη στο μολύβι, κίνηση καρπών, χαμηλό μυϊκό τόνο στα δάχτυλα
-Μπερδεύει και ανακατεύσει κεφαλαία και πεζά γράμματα
-Έχει κακή οργάνωση χώρου στο χαρτί του
-Το αποτέλεσμα του γραψίματος είναι συχνά δυσανάγνωστο
-Δυσκολεύεται στην αυτοδιόρθωση ακόμη και αν ξέρει τον κανόνα
ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗ.
Με βάση το πρωτόκολλο δυσγραφίας της RUTHMARY DUELL (2003), υπάρχουν 3 τύποι δυσγραφίας: Η «αναπτυξιακή δυσγραφία», όπου το φορμάρισμα των γραμμάτων είναι ανεπαρκές με ταυτόχρονη ύπαρξη soft signs κατά την εξέταση, η «δυσγραφία δυσλεξίας» όπου το γραπτό είναι δυσανάγνωστο λόγω των σημαντικών φωνολογικών λαθών (πχ πμαλα αντί μπάλα, έστι αντί έτσι κλπ) και η «δυσγραφία προσανατολισμού στο χώρο» (όπου το παιδί δυσκολεύεται στο χώρο του τετραδίου, στο μέγεθος γραμμάτων, στο διαχωρισμό των λέξεων κλπ). Άρα λοιπόν δυσγραφία δεν σημαίνει μόνον άσχημα γράμματα. Ο Kenneth A. Lane, Οπτομέτρης και μέλος του College of Optometrists in Vision Development , αναφέρει σχετικά: «Δεν είναι έκπληξη το γεγονός ότι πολλά παιδιά με δυσλεξία έχουν χαμηλές οπτο-κινητικές αντιληπτικές ικανότητες. Φαίνεται επίσης ότι τα άτομα με δυσλεξία έχουν προβλήματα στο χωροταξικό προσανατολισμό και δεν έχουν το σωστό σχεδιασμό των ενεργειών που απαιτούνται για τη γραφοκινητική εργασία. Η γραπτή απόδοση των δυσλεκτικών ατόμων είναι η αντανάκλαση των διαταραχών τους στη γραφοκίνηση και το χωρικό συντονισμό». Στην ουσία, αναφέρει ότι δεν έχουν όλα τα παιδιά με δυσλεξία ανεπαρκή γραπτά, όμως τα παιδιά με δυσγραφία και άλλες μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν ενδείξεις αδύναμης οπτικής και χωρικής ανάπτυξης που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη των δεξιοτήτων γραφής.
Ας δούμε όπως επιμέρους δυσκολίες σε αυτούς τους τομείς:
ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΙΚΟΤΗΤΑ: Μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες στα παιδιά στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων γραφής είναι η κατευθυντικότητα στο πώς να γράφουν τα γράμματά τους. Στην ουσία είναι μία δυσκολία βιωματικής κωδικοποίησης ή αποκωδικοποίησης του «προς τα πού» προσανατολίζεται το γράμμα, τόσο όσον αφορά τον άξονα δεξιά – αριστερά (βλέπουμε συχνά τα παιδιά στη γραφή τους να μπερδεύουν τα «3»-«ε», τη φορά του «ζ», του «ς», «λ» κλπ ή από δεξιά προς αριστερά) ή τον άξονα πάνω-κάτω στη φορά της σχεδίασης (τα γράφουν με ανάποδη φορά από κάτω προς επάνω). Και τα 2 εμφανίζονται περίπου στην ηλικία των 5 ετών (τότε που οργανώνεται η πλευρική προτίμηση και η μεσολοβιακή συνεργασία) αλλά πρέπει να διορθωθούν άμεσα με οδηγίες ή παρέμβαση εάν επιμείνουν πάνω από 3μηνο.
Ο ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΧΕΡΙΟΥ-ΜΑΤΙΟΥ: Τα παιδιά με δυσγραφία έχουν συχνά δυσκολίες ολοκλήρωσης δραστηριοτήτων που απαιτούν οπτικοκινητικό συντονισμό που. Αυτές οι δυσκολίες με τη σειρά του επηρεάζουν τον κινητικό σχεδιασμό και προγραμματισμό για τη γραφή. Θεωρείται ένας σημαντικότατος παράγοντας που δυσκολεύει το παιδί να κάνει αντιγραφή από τον πίνακα ή που σταματάει να παρακολουθεί οπτικά τις κινήσεις του χεριού του σε όλη τη σελίδα αφού τα μάτια του δεν μπορούν να διατηρήσουν την εστίασή τους στην κίνηση του χεριού. Οι δυσκολίες στον οπτικο-κινητικό συντονισμό είναι ένας από τους κύριους λόγους για τον κακό οπτικό εστιασμό και τις δυσκολίες κωδικοποίησης και αποκωδικοποίησης γραμμάτων, αριθμών και συλλαβών. Τα παιδιά, δίνουν την εικόνα εύκολης διάσπασης προσοχής και –όπως αναφέρουν και οι Αναπτυξιακοί Οπτομέτρες- ουσιαστικά είναι ένας τύπος διάσπασης (οπίσθιο σύστημα προσοχής).
ΟΠΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ: Οπτική αντίληψη είναι η διαδικασία κατά την οποία ο εγκέφαλος οργανώνει τις πληροφορίες που βλέπει και δίνει νόημα σε αυτό που βλέπει. Υπάρχουν πολλά διαφορετικά στοιχεία της οπτικής επεξεργασίας, οι οποίες εργάζονται μαζί για να σχηματίσουν και να αναπτύξουν τις δεξιότητες γραφής του παιδιού. Οι κυριότερες είναι η οπτική διάκριση, η οπτική μνήμη, η οπτική-διαδοχική μνήμη, η οπτική διαφοροποίηση, η οπτική λειτουργία εικόνας – φόντου, η οπτική σταθερότητα φόρμας , και η οπτική ολοκλήρωση (ή και οπτικό κλείσιμο). Για περισσότερες λεπτομέρειες μπορείτε να διαβάσετε πατώντας εδώ. Τα παιδιά με αυτές τις δυσκολίες εμφανίζουν καθρεπτισμούς που δεν μπορούν να τους διορθώσουν καθώς δυσκολεύονται να κατανοήσουν τη διαφορά και ταυτόχρονα δυσκολεύονται σημαντικά και στην ανάγνωση και αυτοδιόρθωση του κειμένου τους.
ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ: Εάν κατά τη γραφή του παιδιού, τα γράμματα του συχνά απέχουν μεταξύ τους ή από την άλλη είναι πολύ κοντά μεταξύ τους (τα «κολλάει») ή/και τα μεγέθη τους συχνά διαφέρουν στην πρόταση (πότε μεγαλύτερα, πότε μικρότερα), αυτό συνήθως σημαίνει ότι υπάρχει δυσκολία στη χωρική συνειδητοποίηση. Τα παιδιά με αυτή τη δυσκολία συχνά δείχνουν αδέξια, συχνά σκοντάφτουν σε έπιπλα όπως επίσης συχνά τοποθετούνται σε κοντινή απόσταση σε κοινωνικές καταστάσεις. Πολλές φορές τα παιδιά με αυτές τις δυσκολίες δεν κατανοούν επαρκώς τη σχέση ανάμεσα στο σώμα τους («πού είμαι»), τα αντικείμενα γύρω τους («πού είναι») και να τα αναγνωρίσουν («τι είναι») στο περιβάλλον τους. Συχνά δυσκολεύονται στη ζωγραφική απεικόνιση (πχ φτιάχνουν μικρό σπίτι με μεγάλο παιδάκι) και στη γραφή μπορεί μεν να ξεκινήσουν να γράφουν σε μια ευθεία γραμμή, αλλά τελικά η γραφή τους εξελίσσεται να κάνει κλίση (συχνότερα προς τα κάτω σε μια διαγώνια κατεύθυνση).
ΜΥΪΚΟΣ ΤΟΝΟΣ ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ: Συχνά –όπως προαναφέρθηκε- δίνουμε σημασία στην ενίσχυση της λεπτής κινητικότητας του παιδιού (ενδυνάμωση βραχιόνων, πήχη, καρπού, δακτύλων) για την ανάπτυξη της γραφής. Λίγοι όμως σκεπτόμαστε ότι το ίδιο πρέπει να γίνει και με τα μάτια. Οι μύες στα μάτια και η ενδυνάμωσή τους παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στο πώς το παιδί γράφει, διαβάζει και κατανοεί τα γραφόμενα. Εάν δεν έχουν ενισχυθεί οι μυς των ματιών του παιδιού, τότε θα δούμε το παιδί να δείχνει τα σημάδια του «τεμπέλικου ματιού» ή τα μάτια του μπορεί να μετατοπίζονται και να δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν ένα μολύβι που το μετατοπίζουμε στον αέρα απέναντί του (οπτική ακολουθία) ή να μη μπορεί να τα συγκλίνει ή να εμφανίζει νυσταγμό. Δεν πρέπει λοιπόν να ξεχνάμε ότι μια αιτία των δυσκολιών στη γραφή των παιδιών μπορεί να είναι ο ανεπαρκής έλεγχος των διαφόρων μυών που εμπλέκονται στην εκτέλεση μίας οπτοκίνησης.
Για τη γραφή λοιπόν, χρειάζεται να γίνουν μία ποικιλία από συντονισμένες κινήσεις από τη μία, και από την άλλη το παιδί θα πρέπει να είναι σε θέση να ελέγχει χωρικές και χρονικές έννοιες και να έχει τη δυνατότητα να διατηρεί την οπτική του προσοχή. Πέραν λοιπόν των νευροκινητικών ασκήσεων για το χέρι, για τη γραφή είναι απαραίτητη και η εκπαίδευση των ματιών, της οπτικής αντίληψης αλλά και του οπτικοκινητικού συντονισμού.