ΤΡΑΥΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ
ΜΑΡΤΙΝΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ. -Λογοθεραπευτής- ΚΕΝΤΡΟ «ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ»
Ο τραυλισμός αποτελεί μία διαταραχή της ομαλής ροής της ομιλίας. Μπορεί να εμφανιστεί επίκτητα ή αναπτυξιακά. Η αναπτυξιακή μορφή της διαταραχής αποτελεί τη συχνότερα εμφανιζόμενη μορφή τραυλικής διαταραχής της ομιλίας. Επίσης αποτελεί τη συχνότερη αιτία ανησυχίας των γονέων η οποία οδηγεί σε παραπομπή προς αξιολόγηση.
Για να λάβει κάποιος τη διάγνωση αναπτυξιακού τραυλισμού θα πρέπει η ομιλία του να χαρακτηρίζεται από υψηλότερα των αναμενόμενων ποσοστά δυσκολιών ρυθμού της ομιλίας (δυσρυθμιών), συνοδών συμπεριφορών καθώς και τυπική έναρξη και πορεία της διαταραχής στην αναπτυξιακή διαδικασία.
Οι δυσρυθμίες εκδηλώνονται με πρωτεύοντα συμπτώματα (πχ επαναλήψεις ολόκληρων λέξεων, παύσεις, εμβολές ήχων) και δευτερεύοντα συμπτώματα (μπλοκαρίσματα, επιμηκύνσεις). Οι δυσρυθμίες επίσης ενδέχεται να ακολουθούνται από συνοδές κινήσεις του παιδιού και από συμπεριφορές αποφυγής λέξεων, προσώπων, συγκεκριμένων καταστάσεων ως απόρροια της διαταραγμένης ροής της ομιλίας του.
Όλες οι σύγχρονες έρευνες συγκλίνουν στο ότι ο τραυλισμός ωφείλεται σε μία νευρολογική δυσλειτουργία. Υπάρχει σε κάποιο μη σαφώς ακόμα καθορισμένο βαθμό κληρονομικό υπόβαθρο της διαταραχής, εφόσον συχνά συνυπάρχουν άτομα με ιστορικό τραυλισμού στον ευρύτερο οικογενειακό κύκλο του παιδιού. Ίσως η πιο ολοκληρωμένη από τις πολλές θεωρίες που επιχειρούν να τεκμηριώσουν το αίνιγμα της αιτολογίας του τραυλισμού υποστηρίζει ότι «η αποκλίνουσα νευρολογική οργάνωση του μηχανισμού ομιλίας συνδυαζόμενη με την ευάλωτη ψυχοσύνθεση του παιδιού, αλληλεπιδρούν με αναπτυξιακούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες για να πυροδοτήσουν την εμφάνιση της διαταραχής».
Ο αναπτυξιακός τραυλισμός αποτελεί μία διαταραχή της παιδικής ηλικίας που εμφανίζεται στα πρώτα χρόνια της ανθρώπινης ανάπτυξης. Συνηθέστερη περίοδος εμφάνισης είναι το διάστημα 2-6 ετών. Είναι πολύ συχνότερος στα αγόρια και το ποσοστό μεγαλώνει όσο μεγαλώνει η ηλικία εμφάνισης του. Οι έρευνες ποικίλλουν, αλλά ένα υψηλό ποσοστό παιδιών που θα εμφανίσουν έντονα τραυλικά συμπτώματα στην παιδική ηλικία, τελικά θα το ξεπεράσουν μέσα σε δύο έτη δίχως θεραπευτική παρέμβαση ενώ ένα άλλο –επίσης μεγάλο- ποσοστό δεν θα καταφέρουν να ξεπεράσουν τις δυσκολιες τους.
Κρίνεται απαραίτητο κάθε παιδί που εμφανίζει επίμονα τραυλικά συμπτώματα που έχουν διαρκέσει άνω των 3 μηνών, να αξιολογηθεί από Λογοθεραπευτή όσο νωρίτερα γίνεται, ώστε να διαγνωστεί έγκαιρα η φύση και η έκταση των τρυλικών συμπτωμάτων. Η αξιολόγηση περιλαμβάνει τη λήψη λεπτομερούς ιστορικού του παιδιού, τη λήψη επαρκών δειγμάτων ομιλίας του παιδιού σε διαφορετικά επικοινωνιακά περιβάλλοντα και την ανάλυση όλων των πληροφοριών από Λογοθεραπευτή. Η παρουσία τραυλικών συμπτωμάτων δεν προυποθέτει απαραίτητα την παρουσία τραυλικής διαταραχής. Επομένως προτού αναφέρουμε τη λέξη «τραυλισμός» καλό θα είναι να έχουμε συμβουλευτεί κάποιον ειδικό για την διάγνωση ή όχι της πάθησης.
Η πρώιμη αξιολόγηση του παιδιού αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες να επανέλθει η αυθόρμητη ροής στην ομιλία. Έτσι το παιδί δε θα είναι αναγκασμένο να βιώσει την αφόρητη συναισθηματική πίεση της εμφανούς διαφορετικότητας του ή τις «σκληρές» αντιδράσεις και τα πολύ πιθανά πειραγμάτα των συνομιλήκων του καθόλη τη διάρκεια της ακαδημαικής του πορείας και θα προληφθούν οι κοινωνικοί και διαπροσωπικοί περιορισμοί που επιφέρει αυτή η διαταραχή.
Η μορφή του προγράμματος παρέμβασης καθοριζεται από τη συχνότητα (ποσοστό εμφάνισης) των συμπτωμάτων, τη βαρύτητα των συμπτωμάτων (είδος τραυλικών συμπτωμάτων- συνοδών συμπεριφορών), το επίπεδο επικοινωνιακής αλληλεπίδρασης παιδιού- γονέων και τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό την ψυχοσύνθεση του ίδιου του παιδιού.
Η χρονική διάρκεια της θεραπευτικής παρέμβασης εξαρτάται από το είδος της παρέμβασης που θα ακολουθηθεί, τη συχνότητα της παρέμβασης, τη δυνατότητα ποιοτικής και ποσοτικής εμπλοκής των γονέων στο πρόγραμμα παρέμβασης, τον ρυθμό βελτίωσης και από ενδεχομένως άλλους παράγοντες που μπορεί να ανακύψουν στη θεραπευτική πορεία. Συνήθως αν το παιδί δεν έχει παρουσιάσει δείγματα βελτίωσης εντός των πρώτων 6 μηνών της θεραπευτικής παρέμβασης, τότε γονείς και θεραπευτής ίσως χρειάστεί να επαναξιολογήσουν την προοπτική τροποποίησης του προγράμματος.
Τα περισσότερα θεραπευτικά προγράμματα που αφορούν σε παιδιά με αρχικό, μεσαίο ή σοβαρό επίπεδο τραυλισμού περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στάδια στη δομή τους:
· αξιολογητική και συμβουλετική ενημέρωση / εκπαίδευση γονέων, άμεση θεραπεία με το παιδί,
· γενίκευση των θεραπευτικών κεκτημένων,
· διατήρηση των θεραπευτικών κεκτημένων
· τακτές επαναξιολογήσεις.
Οι επαναξιολογήσεις θα πραγματοποιούνται σε όλο και αραιότερα χρονικά διαστήματα. Αρκετά προγράμματα ολοκληρώνονται ακόμη και 2 έτη μετά το πέρας του κυρίως σώματος των θεραπευτικών συνεδριών.
Συμπερασματικά, τα τραυλικά συμπτώματα δεν σημαίνουν υποχρεωτικά τραυλισμό. Η καλύτερη πρόγνωση εξασφαλίζεται με την έγκαιρη αξιολόγηση του παιδιού από Λογοθεραπευτή, την εφαρμογή –εάν χρειαστεί- Λογοθεραπευτικού προγράμματος, την παράλληλη συναισθηματική στήριξη του παιδιού και την δραστηριοποίηση των γονέων.