Εμφανίζεται ως διαταραχή στο συντονισμό των επιμέρους μυϊκών δράσεων για την επιτέλεση λεπτών κινήσεων, σαν μια ασυγχρονία εννεύρωσης των μυϊκών ομάδων (απραξία εννεύρωσης). Είναι η ελαφρότερη μορφή απραξίας και συχνά παίρνει τον χαρακτήρα μιας απλής κινητικής αδεξιότητας, συνήθως μονόπλευρης. Υπεύθυνη βλάβη, στις αντίπλευρες κινητικές φλοιο-μετωπιαίες ζώνες.
ΙΔΕΟΚΙΝΗΤΙΚΗ
Είναι η αδυναμία στην πραγματοποίηση απλών, στοιχειωδών σκόπιμων κινήσεων, ενώ το ιδεϊκό σχήμα της αιτουμένης κινήσεως παραμένει ακέραιο και ο ασθενής είναι σε θέση να το περιγράψει. Ο αυτοματο-εκούσιος διχασμός είναι ιδιαιτέρως εμφανής σ’ αυτήν, καθώς και τα φαινόμενα εμμονής. Η ιδεοκινητική απραξία θυμίζει, ως απώλεια ή λήθη της χειρονομίας, τα αντίστοιχα «αμνησιακά» χάσματα στις αφασίες. Γεγονός που ανάγει την γλωσσολογική λειτουργία της εκλογής σε γενικό τρόπο συμβολικής συμπεριφοράς, όσον αφορά την επιλογή της κατάλληλης έλλογης δράσης. Είναι πάντοτε αμφοτερόπλευρη και οφείλεται σε βλάβες στις αριστερές κινητικές φλοιώδεις περιοχές, με επέκταση προς τα οπίσω, στην υπερχείλιο έλικα. Εντούτοις, περιγράφεται σπάνια και η αριστερή, μονόπλευρη, ιδεοκινητική απραξία από βλάβη στο πρόσθιο μέρος του μεσολόβιου ή σε μεμονωμένη προσβολή δεξιών μετωπιαίων περιοχών.
ΙΔΕΑΚΗ
Αντίθετα με την προηγούμενη, σ’ αυτήν διαταράσσεται το ολικό ιδεακό «σχήμα» της κίνησης, ενώ οι επιμέρους δράσεις που το απαρτίζουν παράγονται. Σαν ένας κινητικός «αγραμματισμός», δηλώνει, στο επίπεδο της εκούσιας κινητικότητας, την διαταραχή και εδώ μιας κινητικής λειτουργίας συνάφειας, ανάλογης με εκείνη των νευρογλωσσολόγων για τις αφασίες. Είναι ιδιαιτέρως φανερή σε κινήσεις χρησιμοποίησης ενός αντικειμένου (στυλό, σφυριού, σπίρτων, κλπ.) γι’ αυτό και θεωρήθηκε αγνωσία χρήσης, δεδομένου ότι ο ασθενής αναγνωρίζει μεν το αντικείμενο και την λειτουργία του, αλλά είναι ανίκανος να το χρησιμοποιήσει. Η ιδεϊκή απραξία παράγεται από αριστερές εκτεταμένες βλάβες κροταφοβρεγματικές και είναι πάντα αμφοτερόπλευρη.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ