ΚΟΚΜΟΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ MSc, Κέντρο ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Η μίμηση θεωρείται κεντρική αναπτυξιακή δεξιότητα για τα παιδιά με αυτισμό στην οποία βασίζονται πολλές κοινωνικές επικοινωνιακές συμπεριφορές. Μια πρόσφατη μελέτη από τους Ροοn, Watson, Baranek και Poe (2012) παρατήρησε σημαντικές καθυστερήσεις στην μίμηση και το παιχνίδι δεξιοτήτων σε βρέφη με αυτισμό σε πολύ μικρή ηλικία, ακόμη και από 9-12 μηνών. Επιπλέον, τα παιδιά της μελέτης τους, που παρουσίασαν υψηλότερα επίπεδα μίμησης, παιχνιδιού με αντικείμενα και προσοχής συναρμογής ως βρέφη είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν ενισχυμένες επικοινωνιακές και γνωστικές δεξιότητες ως παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας.
Μια βασική ερευνήτρια στον τομέα της μίμησης στον αυτισμό είναι η Brooke Ingersoll, μια ψυχολόγος από το Κρατικό Πανεπιστήμιο του Michigan. Η Ingersoll ανέπτυξε την «Εκπαίδευση Αμοιβαίας Μίμησης», μια προσέγγιση για την διδασκαλία της μίμησης σε κοινωνικό – διαδραστικά περιβάλλοντα σε παιδιά με αυτισμό, που βασίζεται σε νατουραλιστικές αναπτυξιακές και συμπεριφοριστικές στρατηγικές (Ingersoll ,2012) . Το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου αυτού του άρθρου προέρχεται από τη βασική εργασία της Ingersoll πάνω στη μίμηση στον αυτισμό.
Πριν προχωρήσουμε κάντε το κουίζ μίμησης παρακάτω για να δείτε πόσα γνωρίζετε για τη μίμηση σε σχέση με τα παιδιά με αυτισμό:
Κουίζ Μίμησης
|
ΣΩΣΤΟ | ΛΑΘΟΣ | |
1. | Η μίμηση είναι μια κοινωνική δεξιότητα | ||
2. | Η κύρια αναπτυξιακή λειτουργία της μίμησης στη βρεφική ηλικία είναι να βοηθήσει το βρέφος να αποκτήσει νέες πληροφορίες και δεξιότητες. | ||
3. | Τα παιδιά με αυτισμό αναπτύσσουν πρώτα δεξιότητες προσοχής συναρμογής και μετά μαθαίνουν να μιμούνται | ||
4. | Η διδασκαλία δεξιοτήτων μίμησης σε παιδιά με αυτισμό μπορεί να βελτιώσει και άλλες κοινωνικές δεξιότητες | ||
5. | Η μίμηση είναι ένας σημαντικός στόχος παρέμβασης για μικρά παιδιά με αυτισμό | ||
6. | Η μίμηση μπορεί να διδαχθεί μόνο από διακριτική δοκιμαστική διδασκαλία και όχι μέσω πιο νατουραλιστικών παρεμβάσεων | ||
7. | Η μίμηση ενεργειών με αντικείμενα (π.χ. χτυπάμε ένα τύμπανο με μια μπαγκέτα) είναι πιο εύκολη για τα παιδιά με αυτισμό από την μίμηση ενεργειών χωρίς αντικείμενα |
Οι απαντήσεις στο κουίζ θα δοθούν καθώς διαβάζετε παρακάτω.
Η κοινωνική λειτουργία της μίμησης στην τυπική ανάπτυξη
H μίμηση προκύπτει νωρίς στο πλαίσιο της τυπικής ανάπτυξης. Οι πρώτες αλληλεπιδράσεις μεταξύ μωρών και ανθρώπων που τα φροντίζουν συχνά αποτελοούνται από αμοιβαία μίμηση των ήχων-φωνών και εκφράσεων του προσώπου. Αυτή η αλληλεπίδραση μίμησης βοηθά τα νήπια να μάθουν να:
• εκφράζουν ενδιαφέρον για ένα κοινωνικό εταίρο
• αναπτύσσουν στοργή
• συμμετέχουν σε διάλογο (Ingersoll, 2008).
Τα βρέφη τυπικής ανάπτυξης αρχίζουν να μιμούνται τις ενέργειες των ανθρώπων που τα φροντίζουν με παιχνίδια και αντικείμενα από το τέλος του πρώτου έτους και στοργικές χειρονομίες κατά τη διάρκεια του δεύτερου έτους της ζωής (Ingersoll, 2008). Τα μικρά παιδιά αλληλεπιδρούν μέσω της μίμησης με αντικείμενα, ενεργειών άλλων παιδιών κάτι που εντείνεται κατά τη διάρκεια της πρώιμης παιδικής ηλικίας. Ως εκ τούτου, η μίμηση χρησιμοποιείται σε όλη την βρεφική και την πρώιμη παιδική ηλικία για να μεταφέρει κοινωνικό ενδιαφέρον, για την επίδοση σε κοινωνικές ανταλλαγές και για την περαιτέρω ανάπτυξη των ικανοτήτων κοινωνικής επικοινωνίας του παιδιού (Ingersoll, 2008;2012).
Η μίμηση θεωρείται συνήθως ως ένας μηχανισμός μέσω του οποίου τα παιδιά μαθαίνουν νέες δεξιότητες και αποκτούν νέες πληροφορίες και σίγουρα αυτή η λειτουργία εκμάθησης της μίμησης συνεχίζει να μας βοηθά στην εκμάθηση νέων συμπεριφορών σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Αυτή η κοινωνική λειτουργία επιτρέπει στα παιδιά να συμμετέχουν σε αμοιβαίες κοινωνικές ανταλλαγές με τους ανθρώπους που τα φροντίζουν αλλά και άλλα παιδιά και θέτει τα θεμέλια για την μετέπειτα ανάπτυξη κοινωνικών ικανοτήτων. Σύμφωνα με την Ingersoll (2008), «Είναι μέσα από αυτή την κοινωνική χρήση της μίμησης που τα τυπικά αναπτυσσόμενα βρέφη αποκτούν τις δεξιότητες κοινωνικής επικοινωνίας που είναι ελλιπείς σε παιδιά με αυτισμό». Και είναι ακριβώς αυτή η κοινωνική λειτουργία που συχνά παραμελείται σε πολλές τρέχουσες προσεγγίσεις για την παρέμβαση της μίμησης.
Απαντήσεις στις ερωτήσεις του κουίζ 1 και 2:
-Η μίμηση είναι μια κοινωνική δεξιότητα.
-Η κύρια αναπτυξιακή λειτουργία της μίμησης στη βρεφική ηλικία είναι να βοηθήσει το βρέφος να αποκτήσει νέες πληροφορίες και δεξιότητες.
Υπάρχουν δύο ειδών λειτουργίες: η λειτουργία εκμάθησης και η λειτουργία κοινωνικότητας.
Η μίμηση στον αυτισμό
Τα παιδιά με αυτισμό παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες στη μίμηση, συμπεριλαμβανομένης της μίμησης με αντικείμενα, χειρονομίες αλλά και της φωνητικής μίμησης. Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η μίμηση μπορεί να είναι ένα βασικό έλλειμμα στον αυτισμό, και ότι το έλλειμμα αυτό έχει βαθύτατες επιπτώσεις στη μάθηση και την ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης δεξιοτήτων κοινωνικής επικοινωνίας (Ingersoll & Schreibman, 2006). Η Ingersoll (2012) εξηγεί ότι «αν και δεν έχει ακόμη εξακριβωθεί αν τα προβλήματα μίμησης αποτελούν αιτία ή συνέπεια της κοινωνικής δυσλειτουργίας στον αυτισμό, μια σειρά από μελέτες έχουν δείξει σημαντική συσχέτιση μεταξύ της μίμησης και άλλων κοινωνικών συμπεριφορών σε παιδιά με αυτισμό». Για παράδειγμα (Ingersoll, 2006 και 2008):
Συσχετισμοί μεταξύ μίμησης και άλλων κοινωνικών συμπεριφορών
- Οι χειρονομίες και κινητικές δεξιότητες μίμησης προβλέπουν το βαθμό της ανάπτυξης ομιλίας.
• Η μίμηση χειρονομιών προβλέπει τη χρήση επικοινωνίας με χειρονομίες.
• Οι δεξιότητες μίμησης με αντικείμενα συσχετίζονται με την ανάπτυξη των δεξιοτήτων παιχνιδιού.
• Τα παιδιά με αυτισμό επιδεικνύουν λιγότερη μίμηση των δράσεων των άλλων παιδιών από αυτήν των τυπικά αναπτυσσόμενων παιδιών. Αυτό επηρεάζει το παιχνίδι με άλλα παιδιά το οποίο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αμοιβαία μίμηση με παιχνίδια.
• Η μίμηση με αντικείμενα προηγείται της ανάπτυξης προσοχής συναρμογής (αυτό το μοτίβο είναι το αντίθετο από αυτό που συμβαίνει στην τυπική ανάπτυξη).
• Η προφορική και η μίμηση με αντικείμενα σχετίζονται με την έναρξη ανάπτυξης της προσοχής συναρμογής.
Επιπλέον, οι βελτιωμένες δεξιότητες προσοχής συναρμογής έχει αποδειχθεί ότι οδηγούν σε βελτιωμένο επίπεδο μίμησης με αντικείμενα (Whalen, Schreibman, & Ingersoll, 2006). Ως εκ τούτου, μπορεί να υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση μεταξύ των δεξιοτήτων προσοχής συναρμογής και της μίμησης στον αυτισμό, σύμφωνα με την οποία οι βελτιώσεις στον ένα τομέα μπορεί να οδηγήσουν σε βελτιώσεις και στον άλλο. Η Ingersoll (2008) υποθέτει ότι η σχέση μπορεί να υπάρχει επειδή τόσο η μίμηση μέσω αντικειμένων καθώς και οι συμπεριφορές προσοχής συναρμογής αφορούν στην τριαδική εμπλοκή (ανάμεσα στο παιδί, τον άνθρωπο που το φροντίζει και το αντικείμενο).
Η Ingersoll υπογραμμίζει τον αντίκτυπο των προβλημάτων μίμησης που έχουν παρατηρηθεί σε παιδιά με αυτισμό:
“… Επειδή η μίμηση χρησιμεύει τόσο ως εργαλείο εκμάθησης όσο και κοινωνικής στρατηγικής, η διατάραξη της είναι πιθανό να έχει βαθιά επίδραση στη μάθηση και την ανάπτυξη” (2008).
Λόγω της σημαντικής της επίδρασης στην ανάπτυξη των παιδιών, πολλοί ερευνητές έχουν προτείνει ότι η μίμηση είναι ένας σημαντικός στόχος της παρέμβασης σε παιδιά με αυτισμό και ότι η διδασκαλία μίμησης πρέπει να οδηγήσει σε ευρύτερες βελτιώσεις στη συνολική κοινωνική λειτουργία των παιδιών (Ingersoll, 2008, 2012).
Απαντήσεις στις ερωτήσεις του κουίζ 3, 4 και 5:
-Τα παιδιά με αυτισμό αναπτύσσουν πρώτα δεξιότητες προσοχής συναρμογής και μετά μαθαίνουν να μιμούνται.
-Η διδασκαλία δεξιοτήτων μίμησης σε παιδιά με αυτισμό μπορεί να βελτιώσει και άλλες κοινωνικές δεξιότητες.
-Η μίμηση είναι ένας σημαντικός στόχος παρέμβασης για μικρά παιδιά με αυτισμό
Το «Κάνε αυτό» δεν είναι πλέον αρκετό
Η Ingersoll (2008) εξηγεί ότι μια από τις πιο συχνά χρησιμοποιούμενες μεθόδους για τη διδασκαλία των δεξιοτήτων μίμησης σε παιδιά με αυτισμό είναι η διακριτική δοκιμαστική διδασκαλία (δομημένες συμπεριφορικές προσεγγίσεις). Σε αυτή την προσέγγιση, η μίμηση διδάσκεται σε ένα εξαιρετικά δομημένο περιβάλλον υπό την επίβλεψη ενηλίκων, Η μίμηση διασπάται σε μικρότερες υπο-δεξιότητες και οικοδομείται κατά τη διάρκεια διαδοχικών δοκιμών. Η προτροπή «κάνε αυτό» χρησιμοποιείται συχνά για να σηματοδοτήσει στο παιδί ότι ήρθε η ώρα να μιμηθεί τις ενέργειες του ενηλίκου, πάντα με την απαραίτητη ενίσχυση.
Ενώ η διακριτική δοκιμαστική διδασκαλία μίμησης μπορεί να διδάξει με επιτυχία λεκτικές και μη λεκτικές δεξιότητες μίμησης στο πλαίσιο δομημένου περιβάλλοντος, η Ingersoll (2008) επισημαίνει τρεις λόγους για τους οποίους αυτή η μέθοδος έχει λάβει κάποια κριτική όσον αφορά τη διδασκαλία της μίμησης:
Κριτική της διακριτικής δοκιμαστικής διδασκαλίας μίμησης
• έλλειψη αυθόρμητης χρήσης των δεξιοτήτων λόγω του εξαιρετικά δομημένου και ελεγχόμενου από τους ενήλικες περιβάλλοντος διδασκαλίας;
• έλλειψη γενίκευσης που οφείλεται στη χρήση τεχνητής ενίσχυσης.
• η μίμηση διδάσκεται σε απομόνωση και όχι στο πλαίσιο άλλων συνυπαρχουσών κοινωνικών επικοινωνιακών συμπεριφορών. Αυτό δεν είναι αντιπροσωπευτική των φυσικών αλληλεπιδράσεων ενήλικα-παιδιού.
Στόχος της διακριτικής δοκιμαστικής διδασκαλίας είναι μόνο η λειτουργία της εκμάθησης της μίμησης και όχι η κοινωνική λειτουργία. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως εφαλτήριο για την ανάπτυξη άλλων δεξιοτήτων κοινωνικής επικοινωνίας. Η Ingersoll (2008) θεωρεί ότι η παρέμβαση που στοχεύει στην κοινωνική χρήση της μίμησης μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική για την προώθηση της αυθόρμητης μίμησης που γενικεύεται και θέτει τα θεμέλια για άλλες κοινωνικές δεξιότητες επικοινωνίας. Εξηγεί ότι « οι νατουραλιστικές παρεμβάσεις, με έμφαση στο κίνητρο του παιδιού, μπορεί να είναι πιο πιθανό να αυξήσουν τη γενική μιμητική ικανότητα του από τις άκρως δομημένες προσεγγίσεις …» (2011). Αυτή ήταν η ώθηση για την ανάπτυξη της Αμοιβαίας Διδασκαλίας Μίμησης( ΑΔΜ) (Reciprocal Imitation Training – RIT).
Απάντηση στην ερώτηση 6 του κουίζ:
-Η μίμηση μπορεί να διδαχθεί μόνο από διακριτική δοκιμαστική διδασκαλία και όχι μέσω πιο νατουραλιστικών παρεμβάσεων
Διδάσκοντας την κοινωνική λειτουργία της μίμησης
Η Αμοιβαία Διδασκαλία Μίμησης (ΑΔΜ) της Ingersoll είναι μια νατουραλιστική συμπεριφορική παρέμβαση που σχεδιάστηκε για να διδάξει την κοινωνική χρήση της μίμησης σε παιδιά με αυτισμό (Ingersoll, 2008). Η ιδέα της ΑΔΜ είναι να διδάξει τη μίμηση στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις τους με έναν ενήλικα. Αρκετές στρατηγικές χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της ΑΔΜ συμπεριλαμβανομένων (Ingersoll, 2008):
Νατουραλιστικές στρατηγικές που χρησιμοποιούνται στην ΑΔΜ
Ενδεχόμενη μίμηση – ο ενήλικας ξεκινά με τη μίμηση των ενεργειών , χειρονομιών και/ή των ήχων του παιδιού κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, χρησιμοποιώντας διπλά σετ παιχνιδιών (έτσι ο ενήλικος έχει τη δική του εκδοχή του παιχνιδιού του παιδιού) . Η στρατηγική αυτή ενισχύει την δεκτικότητα και αντίδραση του παιδιού και βοηθά το παιδί να ασχοληθεί με τον ενήλικα.
Λεκτική χαρτογράφηση – ο ενήλικας περιγράφει τι κάνει το παιδί με απλή γλώσσα καθώς μιμείται το παιδί.
Προτυποποίηση – όταν το παιδί έχει παρατηρήσει ότι ο ενήλικας το μιμείται, ο ενήλικας δείχνει μια γνωστή ενέργεια χρησιμοποιώντας ένα αντικείμενο του παιδιού ( μια ενέργεια που το παιδί έχει κάνει πριν ). Με τη προτυποποίηση οι ενέργειες που έχουν άμεση σχέση με αυτές που το παιδί χρησιμοποιεί στο παιχνίδι του, αυξάνουν φυσικά το κίνητρο του παιδιού να μιμηθεί την ενέργεια. . Μόλις το παιδί μπορεί να μιμηθεί ενέργειες με τις οποίες έχει εξοικειωθεί , ο ενήλικας δείχνει νέες ενδιαφέρουσες ενέργειες που σχετίζονται με το αντικείμενο ενδιαφέροντος του ώστε το παιδί να ενδιαφερθεί και να έχει κίνητρο και να ενισχυθεί η γενίκευση.
Κοινωνικός έπαινος και ενδεχόμενη μίμηση – αυτοί οι κοινωνικοί ενισχυτές χρησιμοποιούνται κάθε φορά που το παιδί προσπαθεί να μιμηθεί, ακόμη και αν δεν είναι απολύτως ακριβής η μίμησή του. Η προσπάθεια είναι πιο σημαντική απ’ ότι η ακρίβεια της μίμησης.
Προτροπή – αν το παιδί δεν μιμείται τον ενήλικα τότε αυτός δείχνει μια ενέργεια και χρησιμοποιεί ένα λεκτικό δείκτη που να περιγράφει (π.χ. “βουουμ” ή “το αυτοκίνητο πηγαίνει γρήγορα!»). Ο ενήλικος δεν χρησιμοποιεί ειδικές εντολές όπως «Κάνε αυτό» ή «Πάτησε το κουμπί» για να μην εξαρτάται τι παιδί από εντολές . Αντ ‘αυτού, ο λεκτικός δείκτης του ενηλίκου εφιστά την προσοχή στην ενέργεια. Εάν το παιδί δεν μιμείται μετά από τρεις ενέργειες που του έχει δείξει, ο ενήλικας, τότε αυτός χρησιμοποιεί φυσική προτροπή (χέρι πάνω από χέρι για) να βοηθήσει το παιδί να μιμηθεί.
Η μίμηση μέσω αντικειμένων αναλύεται πριν από τις άλλες μορφές μίμησης, επειδή είναι ευκολότερη για τα παιδιά με αυτισμό και δημιουργεί πιο φυσικά κίνητρα (Ingersoll, 2008 ). Έχει αναφερθεί ότι η μίμηση με αντικείμενη είναι πιο εύκολο, διότι το εύρος των πιθανών κινήσεων περιορίζεται από το αντικείμενο (Ingersoll & Meyer, 2011).
Η Ingersoll και οι συνεργάτες της έχουν διεξάγει πολλές μελέτες αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας της RIT, η οποία εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια συνεδριών της 1 ώρας, δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα για 10 εβδομάδες.
Αυτές οι μελέτες δείχνουν ότι η RIT :
Αυξάνει τη μίμηση με αντικείμενα (Ingersoll & Schreibman, 2006). Βελτιώσεις παρατηρήθηκαν σε 1 μήνα παρακολούθησης. Επιπλέον, τα παιδιά αύξησαν τη χρήση της μιμητικής γλώσσας, της προσοχής συναρμογής και παιχνιδιού υποκριτικής.
Αυξάνει την μίμηση χειρονομιών (Ingersoll, Lewis & Kroman, 2007). Βελτίωση παρατηρήθηκε σε 1 μήνα παρακολούθησης, η οποία γενικεύτηκε και σε νέα περιβάλλοντα. Επιπλέον, ορισμένα από τα παιδιά έδειξαν επίσης βελτιώσεις στην αυθόρμητη χρήση χειρονομιών.
Αυξάνει τη μίμηση με αντικείμενα ή τη μίμηση χειρονομιών όταν αυτή γίνεται από τους γονείς (Ingersoll & Gergans, 2007)
Βελτιώνει την προκαλούμενη και αυθόρμητη μίμηση (Ingersoll, 2010)
Βελτιώνει την προσοχή συναρμογής και την κοινωνική-συναισθηματική λειτουργία (Ingersoll, 2012). Η κοινωνικό-συναισθηματική λειτουργία αξιολογήθηκε μέσω των Κλιμάκων ανάπτυξης του βρέφους Bayley (Bayley 2005), η οποία εξετάζει την αυτορρύθμιση, το ενδιαφέρον για τον κόσμο, την επικοινωνία των αναγκών, την εμπλοκή άλλων, τη δημιουργία σχέσεων και τη σκόπιμη χρήση των συναισθημάτων. Ωστόσο, η ανάλυση διαμεσολάβησης δεν αποκάλυψε αν οι βελτιώσεις αυτές οφείλονται στη βελτίωση της μίμησης των παιδιών. Η Ingersoll υπέθεσε ότι οι βελτιώσεις θα μπορούσε να οφείλονται στην επίδραση της παρέμβασης σε κάποια άλλη συμπεριφορά.
Το έργο της Ingersoll και των συνεργατών της αποδεικνύει ότι η μίμηση μπορεί να διδαχθεί με τη χρήση νατουραλιστικών μεθόδων, με παράπλευρες επιπτώσεις στις κοινωνικές και επικοινωνιακές λειτουργίες των παιδιών.
Απάντηση στη ερώτηση 7 του κουίζ:
-Η μίμηση ενεργειών με αντικείμενα (π.χ. χτυπάμε ένα τύμπανο με μια μπαγκέτα) είναι πιο εύκολη για τα παιδιά με αυτισμό από την μίμηση ενεργειών χωρίς αντικείμενα.